πάλι νυχτώνει
στα χέρια μου επάνω
κρατώ τις σιωπές
σαν πουλιά
που να πετάξουν θέλουν
μακρυά μας
ματωμένο τσιγάρο
στον κόρφο μου επάνω
σβήνεις του κόσμου τα ψεγάδια
χορεύοντας στα δάχτυλά μου
βράδια και βράδια
αλλιώτικα
με βλέμα καρφωμένο στο γυαλί
της απουσίας το κορμί ν’ ανατινάζεται
να χαμηλώνεις τη φωνή
και να πηγαίνεις προς το φως
Ηχώ μου,
δε σε ακούω πια να μου φωνάζεις
“πρόσεχε μικρή μου!!
τις σκληρές των ανθρώπων γωνίες
και τα μαυρισμένα των ανθρώπων μάτια
που κάποτε του έρωτα καθρέπτες
γίναν”
Νυχτώνει
Πίσω,
στα ίδια βουνά που κάποτε ξημέρωνε
άλλαξε ο κόσμος
κι ο δρόμος
συρρικνώθηκε για να χωρά στη μια παλάμη
οι ποιητές μας
δε μιλούν πια για ταξίδια
Όλα αλλάζουν,
μα οι σιωπές μένουν το ίδιο παγωμένες
σαν τα πουλιά
Μαρμαρωμένα μ’ ανοιχτά φτερά
που να πετάξουν θέλουν μακρυά μας
σα βλέπουν τους καπνούς
απ’ τα τσιγάρα μας
και τη φωτιά
που στης βροχής το κάλεσμα
δε θέλει ν’ απαντήσει
Μόνο θανάτους θέλει
να σκορπίσει
Καρκίνος μ’ όνομα φριχτό
που κάποιοι
δεν τολμούν να ξεστομίσουν
Ηχώ μου,
πες μου για ακόμη μια φορά
τι να προσέξω
Βιάσου
πριν να νυχτώσει πάλι
δεν το μπορώ το σκοτάδι τους
με πνίγει
και μένω εκεί
με βλέμα καρφωμένο στο γυαλί
και της ουσίας το κορμί
ανατινάζεται
σα χαμηλώνεις τη φωνή
Καταπληκτικό!
ΑπάντησηΔιαγραφή